Σελίδες

ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ

Γενικευμένη αυτοδιάθεση ονομάζεται το πολιτικό αίτημα να είναι ο κάθε κοινωνικός άνθρωπος ελευθερόφρων, αυτοπροαίρετος, αυτεπίτακτος και αυτεξούσιος, να απολαμβάνει χωρίς όρους και προϋποθέσεις τα πολιτικοθεσμικά και οικονομικοκοινωνικά μέσα που τον καθιστούν ικανό να μετέχει στον ιστορικά κατακτημένο βαθμό ελευθερίας και στην πολιτισμική ακεραιότητα της ιστορικής ολότητας.

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008

ΑΚΕΠ: Ο Μπάρακ Ομπάμα και η μύτη της Κλεοπάτρας

Η βαθιά οικονομική κρίση ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, ξεθώριασε το «αμερικάνικο όνειρο» και υπονόμευσε την ηγεμονία των ΗΠΑ στον καπιταλιστικό κόσμο.
Οι ιθύνουσες τάξεις των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών-κρατών αντιμετωπίζουν, με σκεπτικισμό και φόβο, την αποσταθεροποίηση του παγιωμένου μεταπολεμικά παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και το ενδεχόμενο να περιέλθουν οι οικονομίες τους στην εφιαλτική φάση της παγίδας ρευστότητας (κρίση ανάπτυξης).
Η αποτυχία των κεϋνσιανών μοντέλων ν’ αντιμετωπίσουν τα φαινόμενα του στασιμοπληθωρισμού την δεκαετία του 1970, δεν δημιουργεί βεβαιότητες για την αποτελεσματικότητα των κεϋνσιανών οικονομικών μέτρων που έχουν ληφθεί για την αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης.
Η δραματική ομολογία του Άλαν Γκρίνσπαν στην ομιλία του στο Κογκρέσο, που αμφισβήτησε το δόγμα «αυτορρύθμισης της αγοράς» και τις μακροοικονομικές θεωρίες της Νεοκλασσικής Σχολής περί «προσαρμοστικών» και «ορθολογικών προσδοκιών» (Φρήντμαν,Φέλπς και λοιποί), θυμίζουν τα λόγια του Σπινόζα, όταν αναφέρεται στην υποκειμενική ψευδαίσθηση της ελευθερίας: «έχουν συνείδηση των πράξεών τους, αγνοούν όμως τις αιτίες που τις προκαλούν και τις καθορίζουν».
Η θέση του μαρξισμού: «δεν είναι ο καπιταλιστής εκείνος που διευθύνει το Κεφάλαιο, αλλά το Κεφάλαιο είναι εκείνο που διευθύνει τον καπιταλιστή», έχει, στις σημερινές συνθήκες, πέρα για πέρα επιβεβαιωθεί.
Κάτω από το βάρος των γεγονότων, οι σκοπιμότητες της αστικής διανόησης να χρεώσει την κρίση στους γιάπηδες της Γουόλ Στρήτ, τα λεγόμενα golden boys, ήταν προφανείς: από την μια μετέθεσαν τις αιτίες της κρίσης από τις εγγενείς στον καπιταλισμό αντιφάσεις στις αδυναμίες του ανθρώπινου χαρακτήρα, και από την άλλη παρουσίασαν την επίκληση στις αρχές της Βασιλείας 2*, την ανάγκη για ένα νέο Μπρέτον-Γούντς** και την εσπευσμένη υιοθέτηση κεϋνσιανών μέτρων κρατικού παρεμβατισμού σαν αναγκαίες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης φαυλότητας.
Η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ, για ν’ αντιμετωπίσει την έκρυθμη κατάσταση και, κυρίως, για να αποτρέψει την αφύπνιση της πολυφυλετικής και ταξικά διαρθρωμένης αμερικανικής κοινωνίας, προέβη, πέραν των οικονομικών μέτρων Πόλσον και Μπερνάκι, σε μια άνευ προηγουμένου ιδεολογική αντεπίθεση, και πέτυχε, έστω και περιστασιακά, σημαντική νίκη.
Οι εκλογές για το προεδρικό αξίωμα των ΗΠΑ δεν ήταν αυτή την φορά η συνήθης διαδικασία μιας προεδρικής εκλογής, αλλά η διαδικασία προβολής προτύπων και αξιών που στηρίζουν το «αμερικάνικο όνειρο» κι εκθειάζουν τις υπερβατολογικές αντιλήψεις του Μεταμοντερνισμού και του Πραγματισμού για τον άνθρωπο και την κοινωνία.
Η νίκη του Μπάρακ Χουσεϊν Ομπάμα στις εκλογές για το προεδρικό αξίωμα των ΗΠΑ αναζωπύρωσε στον μέσο αμερικάνο την πίστη στο «αμερικάνικο όνειρο», στον δε μέσο ευρωπαίο την προσδοκία για αναστροφή του οικονομικού κλίματος που κάνει το μέλλον να φαίνεται σκοτεινό και αβέβαιο. Στη συνείδηση του μέσου ανθρώπου, ιδίως του Αμερικάνου, που αντιμετωπίζει προβλήματα ανάλογα με αυτά των πρωταγωνιστών των ταινιών «Πικρή γή», «Ο φύλακας της σίκαλης», «Τα Σταφύλια της οργής».... εκείνο που μέτρησε περισσότερο ήταν το γεγονός οτι ο Ομπάμα «τα κατάφερε», οτι ο Ομπάμα «πέτυχε».
Στο μυαλό του μέσου αμερικάνου και του μέσου ευρωπαίου ο Ομπάμα φαντάζει, άλλοτε σαν την ηρωική μορφή του Διογένη Teufelsdröckh(= θεϊκό κοπρογέννημα του διαβόλου) του μυθιστορήματος «Sartor Resartus» της πρώιμης περιόδου του Καρλάιλ, άλλοτε σαν τους «ήρωες» των λογοτεχνημάτων και δοκιμίων των αρχών του 19ου αιώνα που γέννησαν την υπερβατική φιλοσοφική και ιστορική αντίληψη της «Νέας Αγγλίας» και του «american transcendentalism».
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός οτι οι κυρίαρχες αντιλήψεις της αστικής φιλοσοφίας για την ιστορία υποστηρίζουν υπέρμετρα το ρόλο της προσωπικότητας στην διαμόρφωση των ιστορικών γεγονότων. Τα επιχειρήματα της υπερβατικής φιλοσοφίας της ιστορίας (Φίχτε, Κάντ, Καρλάιλ κλπ.) εξέθρεψαν το «αμερικάνικο όνειρο», και συμπεριλαμβάνονται σήμερα στην φαρέτρα επιχειρήματων των κυρίαρχων ρευμάτων του Μεταμοντερνισμού και του Πραγματισμού.
Ο Ομπάμα εκλαϊκευσε και χρησιμοποίησε τα επιχειρήματα της υπερβατικής φιλοσοφίας στα προεκλογικά επιχειρήματα του περίφημου «ΜΠΟΡΕΙΣ». Τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ δεν τις κέρδισε ο κατα Αριστοτέλη «μεγαλόψυχος» (magnanimous), «ηθικά τέλειος» ηγέτης, αλλά ο κατα Καρλάιλ «δημιουργικά ενεργητικός» ηγέτης που μπορεί να αναμετρηθεί με τις δυσκολίες και τις αντιθέσεις του πραγματικού κόσμου. Το Μεταμοντέρνο πρότυπο του ατόμου, που «ΜΠΟΡΕΙ» να κερδίζει την επιτυχία, με επιμονή και σκληρή προσπάθεια ενάντια σε οικονομικές, κοινωνικές και φυλετικές αντιξοότητες –μέχρι του σημείου μάλιστα να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ!!!- στο πρόσωπο του Ομπάμα έγινε το Υπερεγώ και το όραμα κάθε δυστυχισμένου αμερικάνου, αλλά και κάθε δυστυχισμένου Ευρωπαίου, Αφρικανού και Ασιάτη.
Σε συγκυρίες όπως η σημερινή, η αστική Φιλοσοφία και η αστική Τέχνη, σαν μορφές κοινωνικής συνείδησης, αποκαλύπτουν τον ταξικό τους ρόλο και τον, αδιάγνωστο για πολλούς, προορισμό τους.
Η φιλοσοφική αντίληψη της αστικής κουλτούρας για τον ρόλο της προσωπικότητας και του ατόμου στην διαμόρφωση των κοινωνικών φαινομένων, διάχυτη και διαλελυμένη στα εύπεπτα πολιτισμικά προϊόντα της μαζικής υποκουλτούρας (life style, ριάλιτις, σαπουνόπερες), συμπυκνωμένη, ωραιοποιημένη και υψιπετής στα κορυφαία καλλιτεχνικά δημιουργήματα της αστικής τέχνης, διαμορφώνει την αναγκαία ηγεμονική διάταξη της αστικής ιδεολογίας μεταξύ του κοινού νού και της ευθυκρισίας και συμβάλλει στην σταθερότητα των κοινωνικών δομών.
Σήμερα, η περίφημη φράση του Σαιν Μπέβ «αν η μύτη της Κλεοπάτρας τύχαινε να είναι πιο κοντή, η όψη του κόσμου θα ήταν αλλοιώτικη», αποκτά στο πρόσωπο του Μπάρακ Χουσεϊν Ομπάμα κωμικοτραγική επικαιρότητα, αφού του προσδίδουν ιστορικές ιδιότητες ανάλογες με αυτές που προσέδιδε ο Σαιν Μπεβ στην μύτη της Κλεοπάτρας. Ο Σαιν Μπεβ, για να υποστηρίξει τον αποφασιστικό ρόλο της προσωπικότητας στην διαμόρφωση των ιστορικών φαινομένων, υποστήριζε πως αν ο χαρακτήρας του Λουδοβίκου 15ου ήταν διαφορετικός και η Μανταμ ντε Πομπαντούρ δεν τον επηρέαζε στην λήψη των αποφάσεών του, η οικονομική και πολιτική πραγματικότητα της Γαλλίας θα ήταν διαφορετική. Αν ο περίφημος ρήτορας Μιραμπώ δεν πέθαινε, η εξέλιξη της Γαλλικής Επανάστασης θα ήταν διαφορετική, κλπ.κλπ.
Αν ζούσε λοιπόν σήμερα ο Σαιν Μπεβ θα μπορούσε ωραιότατα να υποστηρίξει αυτά που υποστηρίζουν, εν χορώ, οι σημερινοί απολογητές του καπιταλισμού. Αν τα golden boys δεν ήταν τόσο άπληστοι και πλεονέκτες, η οικονομική κρίση θα είχε αποφευχθεί. Ή, αν ο Μπάρακ Ομπάμα, ο Πρόεδρος της «βασιλεύουσας» του καπιταλισμού, αποδειχθεί οτι είναι άνθρωπος με ευαισθησίες και ικανότητες, τα προβλήματα της ανθρωπότητας και η βαρβαρότητα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης θα αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά, κλπ.κλπ. Βέβαια, η θέση του Ομπάμα στο Μεσανατολικό πρόβλημα και η προσχηματική σιωπή του για την συνεχιζόμενη σφαγή του παλαιστινιακού λαού είναι –τουλάχιστον- απογοητευτική... και προμήνυμα δεινών...
Εμείς, πάντως, μαζί με τους λιγοστούς σήμερα οπαδούς της διαλεκτικής αντίληψης για την ιστορία και τον ρόλο της προσωπικότητας, εμμένουμε στις απόψεις του μεγάλου διαλεκτικού:
«Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι έρχονται σε καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από την θέλησή τους σχέσεις, σε σχέσεις παραγωγικές, που αντιστοιχούν σε μιαν ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο αυτών των παραγωγικών σχέσεων, αποτελεί την οικονομική συγκρότηση της κοινωνίας, την υλική βάση, πάνω στην οποία υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν καθορισμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει την πορεία της κοινωνικής, πολιτικής και διανοητικής ζωής γενικά. Την πραγματικότητα δεν την καθορίζει η συνείδηση των ανθρώπων, παρα αντίθετα η κοινωνική πραγματικότητα καθορίζει την συνείδησή τους. Σ’ ένα ορισμένο στάδιο της αναπτυξής τους οι παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής, ή, πράγμα που είναι μονάχα η νομική έκφραση αυτού του γεγονότος, με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, στο εσωτερικό των οποίων είχαν κινηθεί μέχρι τότε. Αυτές οι σχέσεις, από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, γίνονται τώρα εμπόδια αυτών των δυνάμεων. Τότε αρχίζει μια εποχή κοινωνικής επανάστασης. Όταν μεταβάλλεται η οικονομική βάση, ανατρέπεται περισσότερο ή λιγότερο γρήγορα ή αργά ολόκληρο το τεράστιο εποικοδόμημα. Όταν αντικρύζουμε τέτοιου είδους ανατροπές, πάντα θα πρέπει να ξεχωρίζουμε την υλική ανατροπή των οικονομικών όρων της παραγωγής –που έχουμε την υποχρέωση να την εξακριβώσουμε πιστά με την βοήθεια των φυσικών επιστημών- από τις νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές μορφές, με λίγα λόγια, από τις ιδεολογικές μορφές, με τις οποίες οι άνθρωποι συνειδητοποιούν αυτήν την σύγκρουση και την αποτελειώνουν. Όπως δεν μπορούμε να κρίνουμε ένα άτομο από την ιδέα που έχει αυτό για τον εαυτό του, το ίδιο δεν μπορούμε να κρίνουμε μια εποχή ανατροπής από την συνείδηση που έχει αυτή για τον εαυτό της. Χρειάζεται, αντίθετα, να εξηγούμε την συνείδηση αυτή με τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, με την σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και στις σχέσεις παραγωγής. Ποτέ δεν εξαφανίζεται ένα κοινωνικό συγκρότημα πριν αναπτυχθούν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να χωρέσει. Και ποτέ δεν έρχονται να καταλάβουν την θέση του καινούριες και ανώτερες σχέσεις παραγωγής πριν ωριμάσουν, μεσα στους κόλπους της παλιάς κοινωνίας, οι υλικοί όροι ύπαρξης αυτών των σχέσεων. Γι’ αυτό η ανθρωπότητα ποτέ δεν βάζει μπροστά της, παρα μόνο τα προβλήματα εκείνα που μπορεί να λύσει. Γιατί, αν κοιτάξουμε από πιο κοντά, θα δούμε πως πάντοτε παρουσιάζεται το πρόβλημα τότε μόνον, όταν υπάρχουν ή τουλαχιστον βρίσκονται στην διαδικασία της ωρίμανσής τους οι υλικές προϋποθέσεις για την επίλυσή του».
* Βασιλεία: ελβετική πόλη, που από το 1988 έδοσε το όνομά της στο Σύμφωνο για τις αρχές λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος ως Βασιλεία 1-Βασιλεία2.
** Μπρέτον-Γούντς: πόλη του Νιου Χαμσάιρ των ΗΠΑ, όπου το 1944 έγινε η Διάσκεψη κατα την οποία, υπο την επιρροή του κεϋνσιανισμού για μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση στο οικονομικό γίγνεσθαι, αποφασίστηκε το νομισματικό σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, η ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, και καθόρισε τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία εως τις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Μανώλης Γρηγοριάδης, 17/11/08
http://www.akeppress.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: