Σελίδες

ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ

Γενικευμένη αυτοδιάθεση ονομάζεται το πολιτικό αίτημα να είναι ο κάθε κοινωνικός άνθρωπος ελευθερόφρων, αυτοπροαίρετος, αυτεπίτακτος και αυτεξούσιος, να απολαμβάνει χωρίς όρους και προϋποθέσεις τα πολιτικοθεσμικά και οικονομικοκοινωνικά μέσα που τον καθιστούν ικανό να μετέχει στον ιστορικά κατακτημένο βαθμό ελευθερίας και στην πολιτισμική ακεραιότητα της ιστορικής ολότητας.

Σάββατο 20 Ιουνίου 2009

ΑΚΕΠ: Ο μεγάλος τρομοκράτης

«Ο δρόμος προς την κόλαση είναι σπαρμένος με τις καλύτερες προθέσεις»

Η οικονομική βία, ο βανδαλισμός και το πλιάτσικο που ασκείται, μόνιμα και παρατεταμένα, ενάντια στους μισθοσυντήρητους και το λαό, από την οικονομική ολιγαρχία, τις τράπεζες, τα καρτέλ, τα ιδιωτικά και τα κρατικά μονοπώλια, με την συνηγορία` μάλιστα της νομοθετικής, της δικαστικής και της εκτελεστικής εξουσίας, είναι η πραγματική, η καθολική, η απόλυτη τρομοκρατία που χαρακτηρίζει την σημερινή κοινωνία, την σημερινή Ελλάδα.

Η φτώχεια, η ανεργία, η υποαπασχόληση, η διαφθορά και η εξαθλίωση είναι τα αποτελέσματα της καθολικής τρομοκρατίας που ασκείται από την ιθύνουσα τάξη, τα κόμματα που την υπηρετούν και –οπωσδήποτε- από τον «συλλογικό καπιταλιστή», το αστικό κράτος, τον θεματοφύλακα των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής.

Σύμφωνα με τον λεξικογραφικό γενικό ορισμό, «τρομοκρατία» είναι η επιβολή της θέλησης και η επικράτηση σε άτομα, σε κοινωνικές ομάδες και σε λαούς, με την πρόκληση φόβου.

Κατά την αντίληψη και την διατύπωση της πάντα επίκαιρης μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, στον καπιταλισμό «η κοινωνική εξάρτηση των εργαζόμενων μαζών από το κεφάλαιο, η καταφανής απόλυτη αδυναμία τους μπροστά στις τυφλές δυνάμεις του καπιταλισμού, που προξενεί κάθε μέρα και κάθε ώρα χίλιες φορές φρικτότερα βάσανα, αγριότερα μαρτύρια στους απλούς ανθρώπους της δουλειάς απ’ ότι οποιαδήποτε έκτακτα γεγονότα, όπως πόλεμοι, σεισμοί κτλ.», να η βαθύτερη σύγχρονη ρίζα της πραγματικής, της καθολικής τρομοκρατίας. Ο φόβος «μπροστά στην τυφλή δύναμη του κεφαλαίου, που είναι τυφλή γιατί δεν μπορεί να προβλεφθεί από τις μάζες του λαού, που στο κάθε βήμα της ζωής του μισθοσυντήρητου και του μικρομεσαίου η δύναμη αυτή απειλεί να του φέρει και του φέρνει την "ξαφνική", την "αναπάντεχη", την "τυχαία" καταστροφή, τον όλεθρο», να ο ορισμός της πραγματικής, της καθολικής, της σύγχρονης τρομοκρατίας που παραλύει, εξουθενώνει και υποτάσσει τον εργαζόμενο λαό στην κυρίαρχη τάξη και στις εκμεταλλευτικές δομές του κοινωνικού συστήματος.

Κατά την άποψη και την θέση του ΑΚΕΠ, «στην σημερινή πραγματικότητα, το κοινωνικό ισοδύναμο των σχέσεων παραγωγής ηγεμονεύει ιδεολογικά, πολιτικά και καθορίζει απόλυτα όχι μόνον τις ειδικές αλλά και τις γενικές συμπεριφορές του ελληνικού πληθυσμού.

Αντίθετα, το κοινωνικό ισοδύναμο των παραγωγικών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας βρίσκεται σε κατάσταση μεγάλης ανωριμότητας και αδυναμίας: ούτε εκπροσωπείται με όρους ιδεολογικοπολιτικούς στο εποικοδόμημα, ούτε εκπροσωπείται ιδεολογικά στους επιμέρους αγώνες για τα προβλήματα που ανακύπτουν, ούτε εκδηλώνεται αυθόρμητα στις ατομικές και κοινωνικές σχέσεις της καθημερινότητας, της συνήθειας και του στυλ ζωής.

Το γεγονός ότι η δομική ενότητα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, της εργατικής τάξης προς την αστική τάξη, εκδηλώνεται και ως αντίθεση όταν οξύνονται οι δυσλειτουργίες και οι νομοτελειακές αντιφάσεις των νόμων κίνησης της καπιταλιστικής παραγωγής και ανταλλαγής, σε τίποτα δεν διαφοροποιεί την κοινωνική κατάσταση, αφού οι αντιθέσεις που ανακύπτουν είναι αντιθέσεις της ίδιας ποιότητας, που τις περισσότερες φορές επιλύονται με μεταρρυθμίσεις που εκσυγχρονίζουν την καπιταλιστική παραγωγή, την εκμετάλλευση και την εξουσία.

Σήμερα, το γεγονός ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι ψηφοφόρος ή οπαδός των καθεστωτικών πολιτικών κομμάτων, ή το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού απέχει από την πολιτική, αποτελεί την κορυφή μόνο του παγόβουνου και δεν διερμηνεύει επαρκώς την πολιτική κατάσταση, ούτε τις αιτίες των οξυμμένων προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας.

Σήμερα, η πλειοψηφία του πληθυσμού έχει αποδεχθεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο σαν κάτι το φυσιολογικό, το θεμιτό, το ηθικά νόμιμο που, όταν επιτελείται χωρίς ακρότητες, είναι η λυδία λίθος της ανάπτυξης, της ευημερίας και της προόδου.

Σήμερα, η Ελλάδα αναστενάζει όχι μόνο στα γήπεδα αλλά και στα πολιτιστικά δρώμενα της μαζικής υποκουλτούρας, που αποτελούν κυρίαρχους ιδεολογικούς μηχανισμούς ένταξης και ενσωμάτωσης στο σύστημα και στα πρότυπα του αστισμού.

Σήμερα, η λεγόμενη προοδευτική διανόηση έχει -στην πλειοψηφία της- ασπαστεί τα κυρίαρχα ρεύματα της αστικής φιλοσοφίας, έχει ευνουχιστεί ιδεολογικά κι έχει καταστεί ακίνδυνη για το κοινωνικό σύστημα.

Σήμερα, ακόμη και στον χώρο της μαρξιστικής σκέψης χρησιμοποιούνται μεθοδολογικά σχήματα ανάλυσης της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης, που περισσότερο προσιδιάζουν, παρά την χρήση μαρξιστικής ορολογίας, στις φιλοσοφικές αντιλήψεις του μεταφυσικού ρεαλισμού, του Κύκλου της Βιέννης, του κριτικού ορθολογισμού, του υπαρξισμού, της Σχολής της Φρανκφούρτης κλπ. Έτσι, πίσω από την επαναστατική φρασεολογία εμφανίζεται σε νέα σύγχρονη μορφή ο ρεφορμισμός και ο οπορτουνισμός, που εύκολα θα μπορούσε να ονομαστεί νεο-μπερνσταϊνισμός.

«Ο αγώνας για τον αγώνα», που θυμίζει όχι μόνο τον Μπερνστάϊν αλλά και τις αντιλήψεις του Θεόφιλου Γκοτιέ «η Τέχνη για την Τέχνη», και τα τριαδικά σχήματα «καπιταλιστές-ιμπεριαλιστές, ρεφορμιστές-οπορτουνιστές και ριζοσπάστες-επαναστάτες», αποτελούν δυστυχώς το αλατοπίπερο και το μονότονο ρεφραίν της σημερινής επαναστατικότητας».

Στην σημερινή κοινωνία, στην σημερινή Ελλάδα ορθώνονται ως άλλες στήλες του Ηρακλέους οι δύο διακριτές και κυρίαρχες όψεις της πραγματικότητας, που περιγράφουν ανάγλυφα τις συνθήκες της ιδεολογικοπολιτικής ηγεμονίας της άρχουσας τάξης:

- στην μια όψη ορθώνεται ο υποταγμένος οικονομικά, ιδεολογικά, πολιτικά και πολιτιστικά, αλλοτριωμένος και ταπεινωμένος μισθοσυντήρητος και οικονομικά ασθενέστερος πληθυσμός,

- στην άλλη όψη ορθώνεται η πολυχρονεμένη κι αυταπόδεικτη αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων που ομνύουν στο όνομα της εργατικής τάξης και του λαού, ν’ αφυπνίσουν, να συνειδητοποιήσουν και να καθοδηγήσουν τον ταπεινωμένο, φοβισμένο και συμβιβασμένο λαό στον δρόμο της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας και της επανάστασης.

Μετά την Μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα, οι πολιτικές δυνάμεις που ομνύουν στο όνομα της εργατικής τάξης -κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές- επιχειρούν ν’ αφυπνίσουν και να συνειδητοποιήσουν την εργατική τάξη και το λαό με οικονομικούς διεκδικητικούς αγώνες και με αγώνες για αστικοδημοκρατικά δικαιώματα, χωρίς να κατορθώνουν ν’ αλλάζουν τους πολιτικούς συσχετισμούς υπέρ των δυνάμεων της εργασίας.

Στον αντίποδα της αποτυχίας και της αδυναμίας του πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης να παράγει ποιοτικά αποτελέσματα και προοπτική ανατροπής της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης, αναπτύχθηκαν μια σειρά κινήματα αναρχικά και αντιεξουσιαστικά, καθώς και πολύμορφες και ποικίλες οργανώσεις που άσκησαν και ασκούν ατομική τρομοκρατία στο όνομα του αντικαπιταλιστικού αγώνα. Κατά την αντίληψη και την διατύπωση της πάντα επίκαιρης μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, οι εξτρεμιστικές εκδηλώσεις και η ατομική τρομοκρατία είναι εκδήλωση «της πιο φλογερής αγανάκτησης διανοουμένων και μη που δεν ξέρουν ή δεν έχουν την δυνατότητα να συνδέσουν σ’ ένα ενιαίο σύνολο την επαναστατική δουλειά με το εργατικό κίνημα». Όσοι έχασαν την πίστη τους, ή δεν πίστεψαν ποτέ, στην δυνατότητα της σύνδεσης της επαναστατικής δουλειάς με το εργατικό κίνημα, «είναι πραγματικά δύσκολο να βρουν άλλη διέξοδο για το αίσθημα της αγανάκτησής τους και για τον επαναστατικό τους δυναμισμό εκτός από τον εξτρεμισμό και την ατομική τρομοκρατία».

Κατά την μαρξιστική κοσμοθεωρία, ανάμεσα στην πολιτική που επιχειρεί ν’ αφυπνίσει και να συνειδητοποιήσει την εργατική τάξη και το λαό με οικονομικούς διεκδικητικούς αγώνες, και στην πολιτική της ατομικής τρομοκρατίας, δεν υπάρχει τυχαία, αλλά αναγκαία, εσωτερική σχέση, μια κοινή ρίζα, που είναι ο χειροτεχνισμός και η υπόκλιση μπροστά στο αυθόρμητο. «Εδώ υπάρχει η επίδραση των γενικών αιτιών που γεννούν τον οπορτουνισμό γενικά, ο οποίος θυσιάζει τα βασικά συμφέροντα του εργατικού κινήματος για στιγμιαία κέρδη».

Αν θέλει κάποιος να εμβαθύνει στο ζήτημα μπορεί να προσφύγει στο «Από πού ν’ αρχίσουμε» και στο «Τι να κάνουμε» του Λένιν. Όσο κι αν έχουν περάσει χρόνια από τότε που γράφτηκαν, διατηρούν ιδεολογικά και μεθοδολογικά την φρεσκάδα και την επικαιρότητά τους.

Μανώλης Γρηγοριάδης

1 σχόλιο:

ΑΚΕΠ είπε...

Ο ΛΕΝΙΝ ΓΙΑ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΑΝΤΑΣΙΑ

"Πρέπει να ονειροπολούμε!" έγραψα τις λέξεις αυτές και τρόμαξα.....................................................
Θα προσπαθήσω να κρυφτώ πίσω από τον Πίσαρεφ.
"Υπάρχει διαφορά και διαφορά-έγραφε ο Πίσαρεφ σχετικά με το ζήτημα της διαφοράς ανάμεσα στα όνειρα και την πραγματικότητα. Το όνειρό μου μπορεί να ξεπερνάει την φυσική πορεία των γεγονότων ή μπορεί να πάρει τελείως διαφορετική κατεύθυνση, μια κατεύθυνση όπου καμιά φυσική πορεία των γεγονότων δεν μπορεί ποτέ να φτάσει. Στην πρώτη περίπτωση το όνειρο δεν φέρνει καμιά ζημιά. Μπορεί μάλιστα να υποστηρίξει και να δυναμώσει την ενεργητικότητα του εργαζόμενου ανθρώπου... Στα όνειρα αυτά δεν υπάρχει τίποτα που να διαστρέφει ή να παραλύει την δύναμη εργασίας. Συμβαίνει μάλιστα εντελώς το αντίθετο. Άν ο άνθρωπος ήταν ολότελα στερημένος από την ικανότητα να ονειροπολεί κατ' αυτόν τον τρόπο, αν δεν μπορούσε κάπου-κάπου να τρέχει μπροστά και να συλλαμβάνει με την φαντασία του μια ακέραια και ολοκληρωμένη εικόνα του δημιουργήματος που μόλις αρχίζει να πλάθεται μέσα στα χέρια του, τότε δεν μπορώ καθόλου να φανταστώ πιο κίνητρο θα παρακινούσε τον άνθρωπο να αναλάβει και να φέρει σε πέρας εκτεταμένα και επίπονα έργα στον τομέα της τέχνης, της επιστήμης και της πρακτικής ζωής... Η διαφορά ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα δεν προκαλεί καμιά ζημιά, φτάνει μόνο το πρόσωπο που ονειροπολεί να πιστεύει σοβαρά στο όνειρό του, να παρατηρεί προσεκτικά τη ζωή, να συγκρίνει τις παρατηρήσεις του με τους ανάερους πύργους του και γενικά να δουλεύει ευσυνείδητα για να υλοποιεί την φαντασία του. Όταν υπάρχει κάποια επαφή ανάμεσα στο όνειρο και τη ζωή, όλα είναι εντάξει."
Τέτοια όνειρα έχουμε δυστυχώς πολύ λίγα στο κίνημά μας.
(Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν, "Τί να κάνουμε;", εκδ. Σύγχρονη Εποχή 2002, σελ. 205-206)

Το όνειρο του Λένιν για την σύσταση του επαναστατικού κόμματος στη Ρωσία και την επαναστατική κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της έγινε ζωή, έγινε πράξη, έγινε η νικηφόρα Οκτωβριανή επανάσταση. Η ανυποχώρητη κριτική του Λένιν και των συντρόφων του ενάντια στις αντιλήψεις και την πολιτική πρακτική του οικονομισμού, του χειροτεχνισμού και της ατομικής τρομοκρατίας, και η επικράτηση των αντιλήψεων του επαναστατικού μαρξισμού για τα καθήκοντα και την οργάνωση της επαναστατικής ανατρεπτικής δράσης, ήταν η βασική προϋπόθεση της νικηφόρου πορείας της επανάστασης στη Ρωσία.
Μακάρι και σήμερα, τα όνειρα των συντρόφων του ριζοσπαστικού χώρου για την σύσταση του επαναστατικού κόμματος στην Ελλάδα να γίνουν ζωή, να γίνουν πράξη και να οδηγήσουν σε νικηφόρα έκβαση τον αγώνα ενάντια στο σάπιο και παρηκμασμένο καπιταλιστικό σύστημα. Κι αυτό μπορεί να γίνει αν καταπολεμηθούν επαρκώς οι αντιλήψεις και η πολιτική πρακτική του σύγχρονου οικονομισμού, του σύγχρονου χειροτεχνισμού και της σύγχρονης ατομικής τρομοκρατίας.