Το ΑΚΕΠ συμπαρατάσσεται με τον σημερινό αγώνα των αγροτών.
Οι οικονομικές αξιώσεις των μικρομεσαίων αγροτών, κτηνοτρόφων, μελισσοκόμων, αλιέων κλπ., για αναπλήρωση του χαμένου εισοδήματός τους, για καθορισμό κατώτατων εγγυημένων τιμών στα προϊόντα τους, για μείωση του κόστους παραγωγής, καθώς και πλήρεις αποζημιώσεις για τις καταστροφές που έχουν υποστεί στο φυτικό, ζωικό και πάγιο κεφάλαιο, είναι δίκαιες και επιβεβλημένες από την οικονομική πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας.
Οι μικρομεσαίοι αγρότες είναι ένα από τα σημαντικότερα τμήματα του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Η επαπειλούμενη καταστροφή των μικρομεσαίων αγροτών αφορά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και κυρίως τους μισθοσυντήρητους, των οποίων εξάλλου είναι ο πιο κοντινός και πιο ουσιαστικός κοινωνικο-οικονομικός σύμμαχος.
Ο νόμος κίνησης της καπιταλιστικής εμπορευματικής παραγωγής «συσσώρευση-συγκέντρωση-συγκεντροποίηση» έχει ως γνωστόν εφαρμογή και στον τομέα της αγροτικής παραγωγής και οικονομίας, και εκδηλώνεται σαν τάση απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας των μικρομεσαίων αγροτών προς όφελος των μεγαλοαγροτών και των μεγάλων αγροτικών επιχειρήσεων.
Όμως, πέραν της νομοτελειακής τάσης συγκεντροποίησης της αγροτικής παραγωγής, ο ανταγωνισμός μεταξύ των ιμπεριαλιστικών χωρών-κρατών διαμόρφωσε πολιτικές παρέμβασης που καθορίζουν την τελική τιμή των αγροτικών προϊόντων. Έτσι, μέσα από τις παρεμβάσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της Ε.Ε., του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) κλπ., η κατανομή της αξίας του αγροτικού προϊόντος μεταξύ παραγωγού, μεσάζοντα-εμπόρου και βιομήχανου, γίνεται σε βάρος του μικρομεσαίου παραγωγού.
Π.χ., μεγάλο τμήμα του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πάει σε αγροτικές επιχορηγήσεις, κατευθύνεται κυρίως σε μεγαλοαγρότες και σε υψηλής αξιακής και οργανικής σύνθεσης αγροεπιχειρήσεις. Έτσι ο «νόμος της αξίας», που στον καπιταλισμό λειτουργεί με την μορφή των «τιμών παραγωγής» (δηλαδή «κόστος παραγωγής συν μέσο κέρδος»), λειτουργεί σε βάρος των μεσαίων και μικρών παραγωγών.
Ειδικά στην Ελλάδα, λόγω των ιδιομορφιών της ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά και λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, των μνημονιακών δεσμεύσεων κλπ, η νομοτελειακή τάση συγκεντροποίησης της αγροτικής παραγωγής όχι μόνο δεν οδηγεί σε διαρθρωτικές ολοκληρώσεις ανάλογες με αυτές των χωρών του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, αλλά αντίθετα αποδιαρθρώνει τις οικονομικές δομές της υπαίθρου, υποβαθμίζει κι εξαθλιώνει μεγάλα τμήματα του αγροτικού πληθυσμού, με αναπόδραστες συνέπειες την διαρκή υποβάθμιση του πρωτογενούς τομέα της παραγωγής, την δημογραφική ερήμωση της επαρχίας κοκ.
Σήμερα η πραγματικότητα, διεθνής και εγχώρια, διατυπώνει μια από τις πιο εφιαλτικές περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας. Οι τοκογλύφοι δανειστές του ελληνικού κράτους -εγχώριοι και ξένοι, οι κερδοσκόποι που ονομάζονται «αγορές», οι κάτοχοι του συσσωρευμένου χρηματικού κεφάλαιου και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι οδηγούν με βεβαιότητα την Ελλάδα και το λαό της στον εξανδραποδισμό και τον όλεθρο.
Στην μόνιμη επωδό περί "δημοσιονομικής σταθερότητας" ομνύουν σύσσωμες οι μνημονιακές κυβερνήσεις και τα μνημονικά κόμματα. Η "δημοσιονομική σταθερότητα", δηλαδή τα συμφέροντα των τοκογλύφων δανειστών, έχει γίνει το "Πιστεύω" τους, το "Άγιο Πνεύμα".
Για του λόγου το αληθές:
Το 2024, η κυβέρνηση, πέραν των 10,2 δισ. ευρώ που κατέβαλε για δόσεις δανείων, προπλήρωσε χωρίς να έχει καμία συμβατική υποχρέωση δόσεις δανείων ύψους 7,9 δισ. ευρώ που αφορούν λήξεις των ετών 2026-27-28, αγνοώντας επιδεικτικά τις ζωντανές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας -μεταξύ των οποίων και ο φτωχοποιημένος και μικρομεσαίος αγροτικός πληθυσμός- που στενάζουν.
Για το 2025, πέραν των 9,8 δισ. ευρώ που ήδη πλήρωσε για δόσεις δανείων, θα προπληρώσει χωρίς καμία συμβατική υποχρέωση στους τοκογλύφους δανειστές 5,3 δισ. ευρώ για δόσεις δανείων που λήγουν τα έτη 2033-2041, ενώ σύσσωμη η αντιπολίτευση «κρατάει φανάρι».
Στη σημερινή, λοιπόν, ζοφερή μνημονιακή και κατεξοχήν ανελεύθερη πραγματικότητα, που σίγουρα οδηγεί σε καταστροφή τον λαό και τη χώρα, οι πρωτοβουλίες για τη δημιουργία ενός αντιμνημονιακού, δημοκρατικού, προοδευτικού, πατριωτικού κινήματος αποτελούν πολιτική και ιστορική ανάγκη, έτσι ώστε να καλυφθεί με όρους μαζικού κινήματος το πολιτικό κενό εκπροσώπησης των δυνάμεων της εργασίας και του πολιτισμού στους θεσμούς έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας.
ΑΚΕΠ - Γραφείο τύπου
Μίκα Στάθη
Αθήνα, 13 Δεκεμβρίου 2025





