Τι είναι η «ελληνική διάσωση»;
- Η «ελληνική διάσωση» θα 'πρεπε να λέγεται με το όνομά της. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα TARP (Troubled Asset Relief Program) για τους γερμανούς και τους άλλους ευρωπαίους τραπεζίτες και τους κερδοσκόπους της παγκόσμιας νομισματικής κυκλοφορίας (σ.σ.: TARP είναι το πρόγραμμα που εφάρμοσε η κυβέρνηση των ΗΠΑ το 2008, αγοράζοντας μετοχές και περιουσιακά στοιχεία από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς για να τους διασώσει μετά την κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων). Τα χρήματα για τη διάσωση παρέχονται από άλλες κυβερνήσεις (τα περισσότερα από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, το οποίο περιορίζει ανάλογα τις δαπάνες του στο εσωτερικό της χώρας) σε ένα είδος τριτεγγύησης ώστε να μπορέσει η ελληνική κυβέρνηση να πληρώσει τους ξένους κατόχους ομολόγων, οι οποίοι τα αγόρασαν σε πολύ χαμηλές τιμές τις τελευταίες βδομάδες.
Αυτοί θα κερδίσουν για τα καλά, όπως και οι αγοραστές των ελληνικών ομολόγων αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, οι κερδοσκόποι των ευρω-ομολόγων και άλλοι παίκτες του καπιταλιστικού καζίνου. Οσοι χάνουν απ' αυτές τις ανταλλαγές (swap) πρέπει με τη σειρά τους να «διασωθούν» κι αυτό θα συνεχίζεται μέχρι το άπειρο.
Αυτό το απρόβλεπτο κόστος θα το πληρώσουν οι φορολογούμενοι -και τελικά οι φορολογούμενοι της Ελλάδας (μάλιστα οι εργαζόμενοι, διότι ο πλούτος έχει απαλλαγεί από τη φορολογία)- ώστε να εξοφληθούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, το ΔΝΤ και ακόμα το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ για τη ληστρική τους χρηματοδότηση. Η πληρωμή των κατόχων ομολόγων θα χρησιμοποιηθεί ως μια δικαιολογία για την περικοπή των δημόσιων υπηρεσιών, των συντάξεων και άλλων κρατικών δαπανών στην Ελλάδα
Το λόμπι του χρηματοπιστωτικού τομέα χρησιμοποιεί την ελληνική κρίση ως ένα μάθημα για να προειδοποιήσει ότι χρειάζεται περιστολή των δημόσιων δαπανών στην Κοινωνική Ασφάλιση και την Περίθαλψη. Αυτό είναι το αντίθετο από εκείνο που ζητούν οι έλληνες διαδηλωτές: να αντιστραφεί το συνολικό βάρος που πέφτει πάνω στους εργαζόμενους και να δοθεί προτεραιότητα στις συντάξεις έναντι της απαίτησης των τραπεζών να πληρωθούν στο ακέραιο για δάνεια υψηλού ρίσκου αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το λόμπι των τραπεζών γνωρίζει ότι το χρηματοπιστωτικό παιχνίδι έχει τελειώσει. Τα σχέδιά του είναι βραχυπρόθεσμα. Ο σκοπός του τομέα αυτού είναι να πάρει όσο πιο πολλά χρήματα από το πακέτο «διάσωσης» μπορεί και να εξαφανιστεί με ικανοποιητικά ετήσια μπόνους, έτσι ώστε να έχει το πάνω χέρι έναντι της υπόλοιπης κοινωνίας όταν επιτέλους γίνει η επανεκκίνηση της οικονομίας. Οσο λιγότερα χρήματα δαπανηθούν από το Δημόσιο σε κοινωνικά προγράμματα τόσο περισσότερα χρήματα «διάσωσης» θα καταβληθούν στις τράπεζες για τις εκθετικά αυξανόμενες επισφαλείς απαιτήσεις τους, οι οποίες στο τέλος δεν θα είναι δυνατόν να καταβληθούν. Είναι αναπόφευκτο ότι τα δάνεια και τα ομόλογα θα χαθούν στη συνήθη αναταραχή της πτώχευσης.
Οι έλληνες εργαζόμενοι δεν είναι ακόμα τόσο απαισιόδοξοι ώστε να εγκαταλείψουν τον αγώνα. Αυτό που κατανοούν -κάτι που δεν συμβαίνει με τους αμερικανούς ομολόγους τους- είναι ότι κάποιος πρέπει να ελέγχει την κυβέρνηση. Αν οι εργαζόμενοι -και οι διαδηλώσεις τους- χάσουν τη δυναμική τους, η εξουσία θα εκχωρηθεί στους ξένους πιστωτές, οι οποίοι θα υπαγορεύσουν την ακολουθητέα πολιτική. Και όσο περισσότερο υπηρετείται το συμφέρον των τραπεζιτών τόσο χειρότερη και πιο επιβαρημένη από χρέη θα καταντά η οικονομία.
Τα δικά τους κέρδη επιτυγχάνονται με το κόστος της εσωτερικής λιτότητας. Οι προγραμματισμένες πληρωμές από τα ελληνικά συνταξιοδοτικά ταμεία και τα κρατικά προγράμματα κοινωνικών δαπανών θα χρησιμοποιηθούν για τον ανεφοδιασμό του τραπεζικού κεφαλαίου στη Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Πώς εφαρμόστηκε το σχέδιο αυτό;
- Αυτή η κοσμαντίληψη εφαρμόστηκε ήδη στη βορειότερη περιφέρεια της Ευρώπης, όπου προκάλεσε έναν δημοσιονομικό μαζοχισμό, τον οποίο οι τράπεζες ελπίζουν να δουν και στην Ελλάδα. Αφού έπεσαν μόνες τους πάνω στο σπαθί τους, οι κυβερνήσεις της Βαλτικής θα αισθάνονταν ζήλια ή ακόμα και μνησικακία, βλέποντας την Ελλάδα να διασώζει την οικονομία της, εκεί που αυτές απέτυχαν να αντικρούσουν τις αλαζονικές απαιτήσεις των πιστωτών. Η κυβέρνηση της Λιθουανίας παραδίδεται σε ένα κλασικό Σύνδρομο Στοκχόλμης (και μάλιστα κυριολεκτικά, διότι στην περίπτωσή της το χρέος οφείλεται σε τράπεζες της Σουηδίας), και σφίγγει υπάκουη τόσο πολύ τα λουριά, ώστε το ΑΕΠ κατρακυλάει κατά 17%. Μια παρόμοια βουτιά σημειώθηκε στη Λετονία. Οι χώρες της Βαλτικής περιέκοψαν την απασχόληση και τους μισθούς στον δημόσιο τομέα, επιβάλλοντας τη φτώχεια, αντίθετα από την υπόσχεση που τους είχε δοθεί μετά την ανεξαρτητοποίησή τους από τη Ρωσία το 1991, δηλαδή ότι θα προσεγγίσουν τα επίπεδα ευημερίας της Δυτικής Ευρώπης (και θα αποκτήσουν προοδευτική φορολόγηση ώστε να προωθηθεί μια μεσαία τάξη).
Μετά τη λιτότητα που επέβαλε το κοινοβούλιο της Λετονίας το Δεκέμβριο του 2008, οι λαϊκές αντιδράσεις τον Ιανουάριο ανέτρεψαν την κυβέρνηση, όπως συνέβη με τις διαμαρτυρίες στην Ισλανδία. Αλλά το αποτέλεσμα ήταν απλώς ένα άλλο νεοφιλελεύθερο «κατοχικό καθεστώς», το οποίο δρα για λογαριασμό ξένων τραπεζικών συμφερόντων. Ετσι αυτό που εκτυλίσσεται είναι ένας κοινωνικός πόλεμος σε παγκόσμια κλίμακα - όχι ο ταξικός πόλεμος που οραματίστηκαν τον 19ο αιώνα, αλλά ένας πόλεμος του χρηματοπιστωτικού συστήματος εναντίον ολόκληρων οικονομιών, εναντίον της βιομηχανίας, των επιχειρήσεων ακινήτων και των κυβερνήσεων, αλλά βέβαια και εναντίον των εργαζομένων. Αυτό συμβαίνει με τη συνηθισμένη αργή κίνηση, με την οποία πραγματοποιείται κάθε μεγάλη ιστορική μετάβαση. Αλλά όπως συμβαίνει και με τις στρατιωτικές συγκρούσεις, κάθε επιμέρους μάχη φαίνεται φρενήρης και προκαλεί απότομα ζιγκ-ζαγκ στα διεθνή χρηματιστήρια και τις αγορές συναλλάγματος.
Ποιο είναι το ιστορικό υπόβαθρο της κρίσης;
- Η ελληνική κρίση δείχνει σε ποιο βαθμό η «Ευρωπαϊκή Ιδέα» έχει μετατοπιστεί από το 1957, όταν σχηματίστηκε η εξαμελής Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Με την ώθηση των ΗΠΑ, η Βρετανία και η Σκανδιναβία δημιούργησαν την ανταγωνιστική Ευρωπαϊκή Ενωση Ελεύθερου Εμπορίου με επτά μέλη. Αλλά ακόμα και έτσι, η επαγγελία της «Euroland» -τουλάχιστον πριν το Μάαστριχτ και τη Λισαβόνα- ήταν να αρθούν οι εργαζόμενοι στο επίπεδο ευημερίας της μεσαίας τάξης και όχι βέβαια να επιβληθούν προγράμματα λιτότητας τύπου ΔΝΤ, παρόμοια μ' εκείνα που κατέστρεψαν χώρες του Τρίτου Κόσμου.
Η πολιτική, κοινωνική, δημοσιονομική και οικονομική εξουσία μεταφέρεται στη γραφειοκρατία της Ε.Ε. και τους δημοσιονομικούς ελεγκτές της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, των οποίων τα προγράμματα λιτότητας και τα σχετικά αντεργατικά προγράμματα οδηγούν τις κυβερνήσεις στο ξεπούλημα του δημόσιου τομέα, του εδαφικού και υπόγειου πλούτου, των δημόσιων επιχειρήσεων και δεσμεύει μελλοντικά φορολογικά έσοδα για να πληρωθούν τα κράτη-πιστωτές. Αυτή η πολιτική έχει ήδη επιβληθεί στη «Νέα Ευρώπη» (τις μετασοβιετικές οικονομίες και την Ισλανδία) από το φθινόπωρο του 2008. Και τώρα επιβάλλεται στα PIIGS (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία). Δεν είναι να απορεί κανείς που υπάρχουν ταραχές!
Για όσους δεν παρακολούθησαν την Ισλανδία και τη Λετονία πέρυσι, η Ελλάδα είναι το νεότερο και μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο πεδίο μάχης. Τουλάχιστον η Ισλανδία και οι χώρες της Βαλτικής έχουν τη δυνατότητα να επαναπροσδιορίζουν τα δάνεια στο δικό τους νόμισμα, χαμηλώνοντας το ξένο χρέος τους κατά βούληση και φορολογώντας τα ακίνητα για να ανακτήσει η κυβέρνηση τα έσοδα που είχε εγγυηθεί στους ξένους τραπεζίτες.
Αλλά η Ελλάδα είναι φυλακισμένη σε μια ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, την οποία διοικούν μη εκλεγμένοι υπάλληλοι που έχουν αναστρέψει την ιστορική έννοια της δημοκρατίας. Αντί ο σημαντικότερος τομέας της οικονομίας -τα δημοσιονομικά- να υπάγεται στους εκλεγμένους πολιτικούς, οι κεντρικές τράπεζες (δηλαδή οι διορισμένοι υπάλληλοι των εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών) έχουν αυτονομηθεί από πολιτικούς ελέγχους και ισορροπίες.
Τίθεται, δηλαδή, πρόβλημα δημοκρατίας;
- Με τρόπο πραγματικά οργουελιανό, οι δεξιοί της Ευρώπης και των ΗΠΑ (όπως ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Μπεν Μπερνάνκι) αποκαλούν αυτή την κατάσταση «σήμα κατατεθέν της δημοκρατίας». Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη σφραγίδα της ολιγαρχίας, που αποκλείει τον έλεγχο της κατανομής των οικονομικών πιστώσεων -και κατά συνέπεια του μελλοντικού προγραμματισμού- ενώ παράλληλα επιτρέπει στα μεγάλα χρηματοπιστωτικά συμφέροντα να στραγγαλίζουν τα προγράμματα δημοσίων δαπανών.
Η Ισλανδία, η Λετονία και τώρα η Ελλάδα είναι το πρελούδιο στην παγκόσμια εκστρατεία που ετοιμάζεται για να ανατραπεί το μεγάλο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του 19ου αιώνα: η φορολόγηση της γης και της υπεραξίας των ακινήτων, των μετοχών και των ομολόγων καθώς και η υπαγωγή του χρηματοπιστωτικού τομέα στις ανάγκες της οικονομικής ανάπτυξης κάτω από δημοκρατική διεύθυνση. Το δόγμα αυτό συνέχιζε να ακολουθείται από τη μεταπολεμική περίοδο της προοδευτικής φορολόγησης που σήμανε τη μεγαλύτερη άνοδο σε ποιότητα ζωής και οικονομική ανάπτυξη του 20ού αιώνα. Αλλά οι περισσότερες χώρες έχουν αντιστρέψει τη δημοσιονομική τάση από το 1980.
Οι εφορίες «απελευθέρωσαν» το εισόδημα από τις υποχρεώσεις του στο Δημόσιο, με μόνο αποτέλεσμα να το δουν να δίνεται ενέχυρο στις τράπεζες για μεγαλύτερα δάνεια. Κατοικίες, κτίρια γραφείων και ολόκληρες επιχειρήσεις αξίζουν ό,τι τους δανείζουν οι τράπεζες. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι πολίτες (και οι επιχειρήσεις) αντέδρασαν στην αύξηση της φορολόγησης με την καταφυγή σε δάνεια για να αγοράσουν σπίτια (και εταιρείες), έως ότου οι τιμές ανέβηκαν και άλλο. Και η φορολόγηση της εργασίας τώρα ληστεύεται ώστε να αποπληρωθεί το δημόσιο χρέος που προκύπτει από τον πληθωρισμό και το δημοσιονομικό ναυάγιο, το οποίο βοήθησε να δημιουργηθεί η περικοπή της φορολογίας των ακινήτων. Αυτός είναι ο λόγος που δημιουργούνται τα εθνικά χρέη. Οι κυβερνήσεις καταφεύγουν στο δανεισμό ως συνέπεια της γενικής φοροαπαλλαγής του πλούτου γενικά και όχι μόνο των ακινήτων.
Ποιο μοντέλο ακολουθεί η Ελλάδα;
- Ακολουθώντας τις δυτικές κυβερνήσεις η ελληνική κυβέρνηση μετατόπισε τα φορολογικά βάρη από τα ακίνητα και τον χρηματοπιστωτικό τομέα στους εργαζόμενους τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμεί να φορολογήσει τους πλούσιους ή ακόμα και τους ευκατάστατους επαγγελματίες. Και όμως οι νεοφιλελεύθεροι κατηγορούν την ελληνική και άλλες χρεωμένες κυβερνήσεις ότι δεν ξεπουλάνε αρκετή δημόσια γη και κρατικές επιχειρήσεις για να καλύψουν το έλλειμμα.
Οπως έχει κάνει και η κυβέρνηση των ΗΠΑ, η ελληνική εξέδωσε ομόλογα για να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα που προκύπτει απ' αυτές τις φορολογικές απώλειες. Οι αγοραστές αυτών των ομολόγων (και τώρα πλέον και οι γερμανοί φορολογούμενοι) πρέπει να υποστούν το βάρος της υστέρησης των φορολογικών εσόδων. Γερμανικές και άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, καθώς και οι άλλοι κάτοχοι αυτών των ομολόγων πρέπει να ξεπληρωθούν με το κοινωνικό κόστος δραστικών περικοπών σε συντάξεις και δημόσιες δαπάνες -και αν αυτό είναι δυνατόν, με περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις και ξεπούλημα δημόσιου πλούτου σε άθλιες τιμές.
Οι ταραχές στην Ελλάδα ξέσπασαν διότι οι εργαζόμενοι καταλαβαίνουν αυτά που αποφεύγουν τα περισσότερα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ. Η αύξηση των πραγματικών μισθών επιβραδύνθηκε διεθνώς (και στις ΗΠΑ έχει παγώσει από το 1979). Η ιδιοκατοίκηση επιτυγχάνεται για τους νέους αγοραστές με το κόστος ενός ισόβιου ενυπόθηκου δανείου. Οι κάτοχοι ομολόγων και οι κερδοσκόποι είχαν το θράσος να απαιτήσουν από την Ε.Ε., το ΔΝΤ και τις ΗΠΑ βοήθεια για να εξασφαλίσουν τα κέρδη τους προτού καταρρεύσει το χρηματιστικό παιχνίδι. Η αρπαγή μπορεί να γίνει πιο γρήγορα μέσω της συρρίκνωσης των οικονομιών στο πλαίσιο των προγραμμάτων λιτότητας τύπου ΔΝΤ. Η ανεργία ανεβαίνει, ενώ οι οικονομίες βυθίζονται και άλλο στο χρέος -όχι μόνο δημόσιο χρέος- καθώς η συρρίκνωση των αγορών οδηγεί σε πτώση των φορολογικών εσόδων, αλλά και σε εξωτερικό χρέος καθώς αυξάνεται η εξάρτηση από τις εισαγωγές.
Για να πληρωθούν οι πιστωτές θα τους επιτραπεί να ιδιοποιηθούν το οικονομικό πλεόνασμα, σε μορφή εξυπηρέτησης του χρέους εις βάρος νέων επενδύσεων σε υποδομές και δημόσιες κοινωνικές δαπάνες, καθώς και της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου. Από οικονομική άποψη, η ελληνική εξέγερση είναι μια εξέγερση εναντίον της πολιτικής που θυσιάζει την ευημερία για να πληρωθούν ξένοι πιστωτές μ' αυτό τον τρόπο.
Ποιες είναι οι πολιτικές συνέπειες;
- Σε πολιτικό επίπεδο ο αγώνας είναι να σωθεί η Ελλάδα από το να μεταβληθεί σε αντι-κράτος. Ο κλασικός ορισμός του «κράτους» ή κυβέρνησης είναι η δυνατότητα να επιβάλλει φόρους και να εκδίδει νόμισμα. Αλλά η Ελλάδα έχει εκχωρήσει τη δημοσιονομική της εξουσία στην Ε.Ε. και το ΔΝΤ, που της επιβάλλουν να παραβιάσει όσα οι πολιτικοί επιστήμονες έχουν περιγράψει ως πρώτη αρχή κάθε κυβέρνησης: να ενεργεί σύμφωνα με τα μακροπρόθεσμα εθνικά συμφέροντα. Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεώνεται να ενεργεί προς το συμφέρον του τραπεζικού κεφαλαίου και ειδικά των ξένων χωρών με αποτέλεσμα τη λεηλασία περιουσιακών στοιχείων, αντί να προωθεί τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Το ζήτημα είναι αν τα κράτη θα διοικούνται από τους πιστωτές ή από την επιδίωξη του λαού να δρέψει τους καρπούς της οικονομικής ανάπτυξης. Η ώθηση της ολιγαρχίας είναι να χρησιμοποιηθούν τα δάνεια από το ΔΝΤ και την Ε.Ε. για τη διάσωση των ξένων τραπεζών και των ξένων κερδοσκόπων σε βάρος των ελλήνων εργαζομένων. Δηλαδή υποχρεώνεται η εργασία και όχι το χρηματιστικό κεφάλαιο να υποστεί τα βάρη από την υστέρηση εσόδων της κυβέρνησης που απορρέει από τη μη φορολόγηση του πλούτου.
Ο στόχος είναι να επιτραπεί στις ξένες τράπεζες να αποφύγουν να πληρώσουν το κόστος από τη δράση τους ως καταλύτη στην αποστράγγιση της εγχώριας αγοράς. Γι' αυτό πρέπει η κυβερνητική εξουσία να αποσπαστεί από τα χέρια των εκλογέων και να υπαχθεί στο ΔΝΤ και την Ε.Ε., που λειτουργούν ως όργανα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ετσι δημιουργείται μια κατάσταση όπου ούτε η Ελλάδα ούτε η Ε.Ε. είναι «κράτη» ή «κυβερνήσεις» με την παραδοσιακή πολιτική έννοια.
Τι συνέβη στις άλλες χώρες της Ευρώπης;
- Οι εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού χρηματιστικού λόμπι εκμεταλλεύτηκαν την κρίση ως μια ευκαιρία να προωθήσουν μια μεγάλη σειρά «διασώσεων». Για τις σουηδικές και αυστριακές τράπεζες η Ε.Ε. ενέκρινε μια επέκταση κατά 60 δισ. δολ. του προγράμματος που είχε ήδη τεθεί σε ενέργεια για να βοηθήσει την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και τη Λετονία να ανταποκριθούν στα χρέη τους προς τις τράπεζες της Αυστρίας και της Σουηδίας. Για να παρακαμφθεί η αρχή της μη «διάσωσης» που ισχύει στην ευρωζώνη, αυτή η συγκεκριμένη διάσωση βασίστηκε στο άρθρο 122.2 της ευρωπαϊκής συνθήκης, το οποίο επιτρέπει δάνεια σε κυβερνήσεις κάτω από «έκτακτες συνθήκες».
Αν θεωρήσουμε ότι η κυρία Μέρκελ κατανοεί τον τρόπο που λειτουργεί η οικονομία, τότε πρέπει να την κατηγορήσουμε ότι ψεύδεται ανοιχτά. Το πρόβλημα του χρέους στις χώρες της Βαλτικής είναι δομικό και όχι «έκτακτο». Η κυρία Μέρκελ επίσης πρέπει να γνωρίζει ότι μας παραπλανά όταν προσποιείται ότι βοηθάει τη Λετονία με την παράταση των δανείων που η Ε.Ε. περιορίζει ρητά στην υποστήριξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας του λατς και δεν αφορούν την ανάπτυξη της χώρας. Το συνάλλαγμα προορίζεται για την κάλυψη του κόστους που θα στοιχίσει στους Λετονούς η εξόφληση σε ευρώ των ενυπόθηκων δανείων στις σουηδικές τράπεζες και του κόστους που θα αντιμετωπίσουν οι λετονοί καταναλωτές αγοράζοντας τρόφιμα και προϊόντα, τα οποία επιδοτούν οι κυβερνήσεις της Ε.Ε., ενώ την ίδια στιγμή διατηρούν τις βαλτικές χώρες σε μια κατάσταση οικονομικής και πιστωτικής εξάρτησης.
Ετσι η Λετονία γίνεται θύμα και δεν βοηθιέται. Ο σκοπός είναι να δοθεί στις σουηδικές τράπεζες λίγος περισσότερος χρόνος για να συνεχίσουν να εισπράττουν πληρωμές για τα δάνεια που θα αποδειχτούν επισφαλή στην πρόοδο του χρόνου. Το ξένο συνάλλαγμα που δαπανάται για να διευκολυνθεί η εξυπηρέτηση του χρέους σε ξένες τράπεζες μετατρέπεται σε εθνικό χρέος το οποίο καλούνται να πληρώσουν οι λετονοί φορολογούμενοι. Αυτός δηλαδή ο δανεισμός από την Ε.Ε. είναι μια άσκηση ωμού νεοαποικισμού.
Μπορεί άραγε η καθυστερημένη στροφή των γερμανών ψηφοφόρων προς μια συμμαχία Σοσιαλιστών-Πράσινων και Αριστεράς να προκαλέσει ανακοπή αυτής της πορείας; Το πιθανότερο είναι πως όχι. Ο έλληνας πρωθυπουργός συγκατατέθηκε στην πορεία αυτή παρά το γεγονός ότι είναι πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Επομένως το ερώτημα είναι αν η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κατάσταση «ματ», και προορίζεται να δει τις δημόσιες δαπάνες της, τις συντάξεις, την περίθαλψη, την εκπαίδευση και το βιοτικό επίπεδο να υποχωρούν, όπως συνέβη με τις χώρες της Βαλτικής. Πρόκειται για ένα πείραμα κεντρικού νεοφιλελεύθερου σχεδιασμού. Αν αυτό είναι ένα παράδειγμα για όσα θα μας φέρει το μέλλον, τότε ο κόσμος θα δει σύντομα ένα κύμα ελληνικής μετανάστευσης, παρόμοιο με το βαλτικό.
Από τη Λετονία στην Ελλάδα
Ο λόγος που επιλέξαμε να παρουσιάσουμε τις θέσεις του καθηγητή Μάικλ Χάτσον για την Ελλάδα είναι ότι έχει παρακολουθήσει ως μελετητής της σύγχρονης οικονομικής δραστηριότητας από κοντά τη σημερινή κρίση και έχει γνώση όχι μόνο της αμερικανικής αλλά και της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, ενώ έχει μελετήσει πριν από την Ελλάδα και το ξέσπασμα της κρίσης στην Ισλανδία, την Ιρλανδία και τις βαλτικές χώρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου